14.11.05

Ροτρντ




δάνειο: Αι λιβ αγουέι. όποτε έρχομαι από δω χάνω ξανά τον εαύτό μου. Θέλω να κλέψω. -/ Είναι περίεργο που μετά από τόσο καιρό δεν μπορώ ακόμα να εξοικειωθώ. / Δε μου μένει χρόνος να σκέφτομαι και δε ξέρω τι θέλω και τι πρέπει να σκεφτώ για να νιώσω καλύτερα \- Το οικιακό πορνό έχει ξεφτίσει. στο μυαλό μου ξαναγυρνάνε κάθε τόσο λίγες λέξεις που άκουσα ένα πρωί. ξέρω πως δε μπορώ να τις προσπεράσω (έλα να κάτσουμε στους πάνω ορόφους από άδεια καφέ και να κοιταζόμαστε .κάτι λείπει αλλά κανείς δε μοιάζει να βρίσκει τι;)

7.11.05

Παύση

Είδα τα δύο πιο έξυπνα κορίτσια σήμερα στο λεωφορείο. Να μιλάνε και να γελάνε. Να τραβάν τα μαλλιά τους νανοίγουν τα φερμουάρ απ τις μπότες. Η καστανή με τα καρό έχασε τη στάση της γιατί η άλλη, η ξανθιά με τις μπότες την τράβηξε απ την τσάντα τελευταία στιγμή. Αυτή η τελευταία πανέξυπνη συναχωμένη αργότερα φώναξε με μπάσα φωνή τον οδηγό. Εκεί στα 27 και οι δυό, δε θα μπορούσαν λιγότερο. Μάρβελουσ.
Είδα και τον Volida, τον highway rider επιβλητικός και αργοκίνητος και τον αποστήθισα.
Άκουσα κάτι μπιτάκια γρήγορα και ατελείωτα και δεν πίστευα πως το volume δεν πάει άλλο.
Στάθηκα βράδυ αργά στη μέση μεγάλου δρόμου για ώρα και τίποτα.
Περπάτησα 2 ½ μίλια γιατί δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο.
Ξαναστάθηκα σε άλλο δρόμο και αύτη τη φορά ένα σκουπιδιάρικο ερχόταν πάνω μου.

Χάζεψα και ένα παιδί να μου μιλάει για τα όνειρα.